Θυμίαμα Αρώματα
Aρχαίο κείμενο:
Κικλήσκω μέγαν, ἁγνόν, ἐράσμιον, ἡδὺν Ἔρωτα,
τοξαλκῆ, πτερόεντα, πυρίδρομον, εὔδρομον ὁρμῆι,
συμπαίζοντα θεοῖς ἠδὲ θνητοῖς ἀνθρώποις,
εὐπάλαμον, διφυῆ, πάντων κληῖδας ἔχοντα,
πνεύματα παντογένεθλα θεὰ βόσκει χλοόκαρπος,
ἠδ' ὅσα Τάρταρος εὐρὺς ἔχει πόντος· θ' ἁλίδουπος·
μοῦνος γὰρ τούτων πάντων οἴηκα κρατύνεις.
ἀλλά, μάκαρ, καθαραῖς γνώμαις μύσταισι συνέρχου,
φαύλους δ' ἐκτοπίους θ' ὁρμὰς ἀπὸ τῶνδ' ἀπόπεμπε.Απόδοση στη Νέα Ελληνική:
Επικαλούμαι τον μεγάλο, αγνό, περιπόθητο, γλυκύν Έρωτα, τον ισχυρό τοξότη, τον πτερωτό, τον πυρίδρομο κι εύδρομο στην ορμή του, που συμπαίζει με τους Θεούς και τους θνητούς ανθρώπους· τον επιδέξιο, που έχει δύο φύσεις, τον κλειδοκράτορα των πάντων, του επουράνιου αιθέρα, της θάλασσας και της γης κι όλων όσων παντογενών πνευμάτων τρέφει για τους θνητούς η χλωρόκαρπη Θεά, και όσων ο ευρύχωρος Τάρταρος έχει και ο κυματόδαρτος πόντος· διότι μόνος εσύ όλων τούτων το πηδάλιο διευθύνεις. Αλλά, μακάριε, με καθαρές προθέσεις πλησίαζε τους μύστες κι απομάκρυνε από αυτούς τις φαύλες και διεστραμμένες ορμές.-
