Έρως και Ψυχή – Η ανάβαση της συνείδησης
Η ιστορία του Έρωτα και της Ψυχής είναι μια ιστορία αγάπης. Είναι μια ιστορία για την ομορφιά, την αλήθεια και την καλοσύνη, καθώς και τα τρία είναι πλευρές της αγάπης. Είναι, επίσης, μια ιστορία για το θάνατο, το επέκεινα και την αναγέννηση. Αγγίζει τις καρδιές με την απλότητά της αλλά ταυτόχρονα τεντώνει το μυαλό με υπονοούμενα που μόνο οι νεοφώτιστοι υψηλών επιπέδων μύησης βίωναν στις Σχολές Μυστηρίου της αρχαιότητας.
Κάτω από τη ρομαντική παρουσίαση της ιστορίας βρίσκεται ένα βαθύτερο, αρχετυπικό μοτίβο: η αναζήτηση της ανθρωπινής ψυχής (Ψυχή) για τη θεϊκή αγάπη (Έρως) και η επιθυμία της Θεϊκότητας για έκφραση. Αυτό το μοτίβο ήταν αρκετά δημοφιλές στην Αρχαία Ελλάδα και έχει εκφραστεί με πολλές παραλλαγές σε όλες τις μορφές τέχνης όπως η ποίηση, η μυθολογία, η γλυπτική και η ζωγραφική.
Η ιστορία ξεκινάει με μια πριγκίπισσα, την Ψυχή, η οποία ήταν τόσο ξακουστά όμορφη, που όταν ήρθε η ώρα της να παντρευτεί κανένας μνηστήρας δεν εμφανίστηκε να τη διεκδικήσει – διότι όλοι τη λάτρευαν από μακριά, πιστεύοντας πως ήταν η ενσάρκωση της ίδιας της Θεάς του Έρωτα στη γη και κανείς δεν ήταν αντάξιός της. Ενώ αυτή η προσοχή προκαλούσε θλίψη και ντροπή στην Ψυχή, η Αφροδίτη, η πραγματική θεά της Ομορφιάς και του Έρωτα ήταν εξοργισμένη. Έδωσε εντολή στο γιο της, το νεαρό παιχνιδιάρη Έρωτα, να ρίξει ένα ξόρκι πάνω στην Ψυχή που θα την έκανε να ερωτευτεί κάποιο κατάπτυστο πλάσμα ή τέρας. Ως συνέπεια, θα υπέφερε τόσο πολύ που η ομορφιά της θα εξασθενούσε, σταματώντας να αποτελεί απειλή για τη Θεά. Υπάκουα, ο Έρωτας κατέβηκε στη γη για να εκτελέσει την αποστολή του, τη στιγμή όμως που αντίκρισε για πρώτη φορά την Ψυχή, η καρδιά του πλημμύρισε από αγάπη.
Εν τω μεταξύ, οι γονείς της Ψυχής, απελπισμένοι με την κατάσταση, επισκέφθηκαν το Μαντείο των Δελφών για να πάρουν συμβουλή από το Θεό. Η απόκριση της Πυθίας ήταν σαφής: ντύστε τη με πένθιμη περιβολή, συνοδέψτε τη στην κορυφή ενός βουνού και αφήστε την εκεί να περιμένει το μνηστήρα της, ο οποίος, με τα λόγια του Απόλλωνα, θα είναι «αυτός ο τρομερός τύραννος του οποίου η επικράτεια εκτείνεται από τον παράδεισο ως την κόλαση». Απαρηγόρητο το βασιλικό ζεύγος, δεν θα είχε υπακούσει στο χρησμό, αν η Ψυχή, κουρασμένη από τη μοναξιά της, δεν είχε επιμείνει να ακολουθήσουν τις οδηγίες του Μαντείου. Έτσι, λοιπόν, οδηγήθηκε στην κορυφή του βουνού φορώντας πένθιμα ρούχα και έμεινε εκεί μόνη της, ώσπου ο Ήλιος άρχισε να δύει. Τότε, ο Ζέφυρος, κατόπιν εντολής του Έρωτα, τη σήκωσε απαλά και κοιμισμένη τη μετέφερε κάτω στην κοιλάδα.
Μόλις άνοιξε τα μάτια της η Ψυχή είδε πως βρισκόταν μπροστά στις πύλες ενός μεγαλοπρεπούς παλατιού. Μπήκε μέσα και περιπλανήθηκε από δωμάτιο σε δωμάτιο, θαυμάζοντας τους θησαυρούς που υπήρχαν εκεί. Φωνές που ακούγονταν στον αέρα, την καλωσόρισαν στο νέο της σπιτικό, την διασκέδασαν με μουσικές και φρόντισαν κάθε της ανάγκη και επιθυμία.
Μόλις το σκοτάδι έπεσε, ο Έρως ήρθε και, αν και αόρατος σε κείνη, της μίλησε με λόγια και αγκαλιές τόσο τρυφερές που εκείνη ήξερε πως αυτός ήταν ο εραστής που πάντα περίμενε. Όταν της ζήτησε να του δείξει εμπιστοσύνη και να του δώσει την αγάπη της, με τον όρο να μην τον δει ποτέ της, η Ψυχή χωρίς σκέψη του έδωσε το λόγο της. Η ζωή για την Ψυχή ήταν πιο όμορφη από ποτέ και οι μέρες της κυλούσαν ευτυχισμένα. Όμως, μετά από καιρό, άρχισε να της λείπει το σπίτι της. Για να της φτιάξει τη διάθεση, ο Έρως επέτρεψε στις δύο αδερφές της να την επισκεφθούν με την προϋπόθεση ότι δεν θα τους αποκάλυπτε τίποτα για τη φύση της σχέσης τους. Η Ψυχή υποσχέθηκε, όμως μετά από πίεση των αδελφών της κάτι της ξέφυγε, το οποίο εκείνες χρησιμοποίησαν για να την πείσουν ότι έχει παντρευτεί τον τύραννο του χρησμού. Τη συμβούλευσαν να τον σκοτώσει στον ύπνο του πριν τη σκοτώσει εκείνος.
Η Ψυχή βασανιζόταν από αμφιβολίες μετά από αυτό και ήταν αποφασισμένη να ανακαλύψει την αλήθεια για τον αόρατο σύζυγό της, που πάντα εξαφανιζόταν πριν την αυγή. Σηκώθηκε λοιπόν ένα βράδυ, άναψε ένα λύχνο και γύρισε να αντικρίσει για πρώτη φορά τον αγαπημένο της:
Και να που ο αέρας γύρω της έμοιαζε να έχει πάρει φωτιάΚαι φωτεινή, ουράνια λάμψη γέμισε την κάμαραΤόσο απλά τον είδε, τόσο όμορφος!Ο Έρως ήτανε, ο Έρωτας ο ίδιος, ο εραστής της, αυτόςΟ Θεός της Αγάπης αποκαλύφθηκε σε αιώνιο άνθος.
(Poetical Works of Robert Bridges)
Συγκλονισμένη από την ομορφιά του, η Ψυχή άθελά της έγειρε το λύχνο και καυτό λάδι έσταξε στον ώμο του, ξυπνώντας τον από τον ύπνο του. «Ω απλοϊκή Ψυχή, πώς τόλμησες να με αμφισβητήσεις? Τώρα πρέπει να χαθώ!», αναφώνησε ο Θεός και σε μια στιγμή είχε εξαφανιστεί. H Ψυχή συντετριμμένη, ξεκίνησε αμέσως να ψάχνει τον αγαπημένο της, χωρίς να ξέρει πως αυτός είχε γυρίσει στον Όλυμπο, οπού η μητέρα του, αφού φρόντισε την πληγή στον ώμο του, έβαλε φρουρούς να τον φυλάνε μην τυχόν και ξαναγυρίσει στη γη.
Η Ψυχή έψαχνε όμως για χρόνια πολλά αλλά δεν κατάφερε να βρει ούτε ίχνος του Έρωτα. Επισκέφθηκε τους ναούς της Δήμητρας και της Ήρας για να ζητήσει βοήθεια και οι θεοί τη συμβούλεψαν να παραμείνει σταθερή και πιστή στην αναζήτησή της: «Αν ο Έρωτας σε αγαπάει, καμία δύναμη στη γη ή στον ουρανό δεν θα τον κρατήσει μακριά σου». Η Ψυχή συνειδητοποίησε τώρα ότι ο Έρως θα πρέπει να είναι στον Όλυμπο και αναρωτιόταν πώς θα έφτανε εκεί, όταν της εμφανίστηκε ο Ερμής και προσφέρθηκε να την μεταφέρει. Εκείνη δέχτηκε με χαρά, όμως μόλις έφτασε, η Αφροδίτη την άρπαξε και θα την είχε αφανίσει αν εκείνη δεν ικέτευε για τη ζωή της. Προσφέρθηκε να υπηρετήσει τη Θεά με όποιον τρόπο εκείνη θα επέλεγε, αρκεί να της επέτρεπε για μία φορά μόνο να δει ξανά τον αγαπημένο της. Η Αφροδίτη συμφώνησε με τον όρο η Ψυχή να εκτελέσει τρεις δοκιμασίες, οι οποίες ήξερε η Θεά ότι ήταν αδύνατες για ένα θνητό. Η πρώτη ήταν να ξεχωρίσει μέχρι το σούρουπο, τους διαφορετικούς σπόρους από έναν τεράστιο σωρό καρπών. Η δεύτερη δοκιμασία ήταν να της φέρει χρυσό μαλλί από ένα κοπάδι μεγάλα, άγρια πρόβατα. Η τρίτη ήταν να της πάει νερό από την πηγή του Κωκυτού ποταμού, την οποία φυλούσαν δράκοι. Την πρώτη δοκιμασία την έφερε εις πέρας με τη βοήθεια των μυρμηγκιών. Για τη δεύτερη, ακολούθησε τις οδηγίες μιας νύμφης, μαζεύοντας από μακριά τις τούφες που έπεφταν από τα άγρια πρόβατα. Στην τρίτη δοκιμασία, έλαβε βοήθεια από τον ίδιο το Δία, ο οποίος έστειλε τον αετό του να φέρει το νερό απ’ την πηγή.
Η Αφροδίτη εξεπλάγην που η Ψυχή τα κατάφερε τόσο καλά και της έθεσε άλλον έναν άθλο: να κατεβεί στον Άδη και να πάρει από την Περσεφόνη νερό από την πηγή της Νεότητας, για να αποκαταστήσει η Θεά την ομορφιά που έχασε φροντίζοντας τις πληγές του γιου της. Και πάλι πρόθυμη, η Ψυχή έκανε την κατάβαση, ένα τρομερό και επώδυνο ταξίδι, όμως και πάλι με θεϊκή βοήθεια κατάφερε να πάρει το νερό και να ανέβει πάλι στον κόσμο των ζωντανών. Το ταξίδι της επιστροφής όμως είχε έναν ακόμα κίνδυνο: τον πειρασμό να πιει και η ίδια λίγο από το μαγικό νερό για να επαναφέρει κι εκείνη τη λάμψη της που χάθηκε στα σκοτάδια του Κάτω Κόσμου. Μόλις άγγιξε το καπάκι από το μπουκαλάκι, αμέσως ξεχύθηκαν δηλητηριώδεις αναθυμιάσεις που την τύλιξαν σε μια νάρκη που έμοιαζε με θάνατο.
Ο Έρως όμως είχε γιατρευτεί και καταφέρνοντας να ξεγλιστρήσει από τους φρουρούς του, έφτασε αμέσως κοντά της. Αφού έκλεισε τον επικίνδυνο καπνό πάλι μέσα στο μπουκάλι, την πήρε αγκαλιά και με ένα φιλί την επανέφερε στη ζωή. Αργότερα, την επέπληξε για την περιέργειά της, εξηγώντας ότι το νερό από την Πηγή της Νεότητας έρχεται από το υπόγειο Νερό του Θανάτου και πίνοντάς το ένας θνητός περνάει από το θάνατο πριν ξαναγεννηθεί.
Καθώς ο Έρως μιλούσε, η Ψυχή άρχισε να μεταμορφώνεται: ιριδίζοντα φτερά εμφανίστηκαν στις πλάτες της και ανοιγόκλεισαν μαγικά με όλα τα χρώματα επάνω τους. Τότε ο Έρως έβαλε τα χέρια του γύρω της και αγκαλιασμένοι ανέβηκαν στον Όλυμπο. Εκεί, ο Δίας έδωσε στην Ψυχή το Νέκταρ της Αθανασίας και αναγνώρισε την ιερή τους ένωση ως αιώνια. Σύμφωνα με το μύθο, η άνοδος της Ψυχής έφερε μεγάλη λάμψη στον Όλυμπο και στη γη οι άνθρωποι γιόρτασαν που ένας δικός τους είχε επιτύχει τη θέωση.
ΑΠΟΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΣ
Οι διδασκαλίες που παρουσιάζονται σε αυτό το παραμύθι έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη συνείδηση, με την πτώση της από ψηλά, την αιχμαλωσία της στο βασίλειο των υλικών ψευδαισθήσεων, τις μακραίωνες περιπλανήσεις της και την τελική μεταμόρφωσή της καθώς αφυπνίζεται και θυμάται με αυξανόμενη διαύγεια τη θεϊκή προέλευση και φύση της. Προσπαθεί να ανέβει, όπως μια πεταλούδα που απελευθερώνεται από τη χρυσαλλίδα της, σε υψηλότερες διαστάσεις όπου ζει ανάμεσα στους αθάνατους. Αυτό φαίνεται στις πιο προφανείς υποδείξεις της ιστορίας.
Η λέξη ψυχή, που εδώ έχει επίσης την έννοια μυαλό, εαυτός και νους, συσχετίστηκε έντονα με την πεταλούδα και τις μεταμορφώσεις της. Η Ψυχή αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη ψυχή που είναι όμορφη επειδή είναι η εικόνα και το παιδί του νου, της θεϊκής νοημοσύνης, είναι όμως μοναχική επειδή έχει χωριστεί από το γονιό της από άγνοια. Εκείνη, όπως και όλα τα παιδιά του Θεϊκού, είναι «καταραμένη» ή καταδικασμένη να εισέρθει στον Κύκλο της Αναγκαιότητας – να παντρευτεί ένα τέρας (υλική ζωή) και με τον τρόπο αυτό να υποφέρει και να χάσει την αθωότητά της. Όμως μέσα από τη διδασκαλία της αγάπης (Έρως) οι ανώτερες ιδιότητές της αφυπνίζονται, και με φιλοδοξία και προσπάθεια ξεπερνά τις κατώτερες έλξεις και αναβαίνει, κερδίζοντας την ανώτατη ομορφιά της πνευματικότητας.
Η Ψυχή, κατά το μύθο, ήταν μια πριγκίπισσα. Οι βασιλικοί γονείς αντιπροσωπεύουν τα υψηλότερα υλικά ή / και πνευματικά επιτεύγματα. Οι βασιλιάδες και μερικές φορές οι βασίλισσες και οι νεραιδονονές έρχονται, σε ορισμένες περιπτώσεις, ως ιεροφάντες ή πνευματικοί δάσκαλοι, ενώ μια πριγκίπισσα ή πρίγκιπας είναι ο νεοφώτιστος που επιδιώκει να επιτύχει συνειδητά τις βασιλικές ποιότητες του πνεύματος. Ο Έρωτας, γιος της Αφροδίτης, η θεϊκή αγάπη, είναι η πολυπρόσωπη, ενεργοφόρα δύναμη της αγάπης που εκδηλώνεται κοσμικά τόσο ως το Θεϊκό στοιχείο που λαχταρά να εκφραστεί και να αποκτήσει αυτεπίγνωση αλλά και σε ανθρώπινο επίπεδο, ως η επιθυμία που, όντας διπλή, μπορεί να κατευθύνεται είτε προς την εγκόσμια εκπλήρωση ή προς την ενοποίηση με το θεό.
Ο Έρως, πάντα παρών και στοργικός αν και αόρατος, προσφέρεται να παντρευτεί, να ενωθεί με την Ψυχή, αν θα του δώσει την εμπιστοσύνη και την αγάπη της. Ξυπνά μέσα της μια δίψα για την αλήθεια, τη διδάσκει ότι ο θάνατος δεν είναι κάτι που πρέπει να φοβάται γιατί το πνεύμα είναι αθάνατο και στην πραγματικότητα μεγαλώνει όταν απελευθερώνεται από το σώμα, και δοκιμάζει την αποφασιστικότητα της καλώντας τις δύο αδελφές (οι οποίες είναι μεγαλύτερες σε ηλικία, συνεπώς πρόκειται για προγενέστερα και λιγότερο εξελιγμένα επίπεδα συνείδησης). Οι δύο αδελφές είναι το εγώ της. Και τα υλικά κατασκευής αυτού του εγώ είναι ο φόβος και η άγνοια. Μέσα από την άγνοια και τον φόβο γεννιούνται όλα τα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φθόνος τον οποίο εκδηλώνουν έντονα οι δύο αδελφές. Κι ενώ η εσωτερική σύγκρουση έχει φθάσει στην κορύφωση της, η Ψυχή ανάβει τη λάμπα, διαλύοντας το σκοτάδι και την άγνοια, μαζί με όλο τον κόσμο των ψευδαισθήσεών της. Για μια εκτυφλωτική, αγωνιώδη στιγμή αισθάνεται εντελώς μόνη της (όπως και οι νεοφώτιστοι κατά τη διάρκεια της μύησης, που αφού δουν το θεϊκό στοιχείο, αισθάνονται την ακατανίκητη εγγύτητα του). Το φοβερό σκοτάδι εξαφανίζεται και το φως κατακλύζει την ύπαρξή της. Αρχίζει τη μακρά αναζήτηση, κατά την οποία οι δυσκολίες, η απογοήτευση και η αποτυχία είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ανάπτυξης της ψυχής. Τελικά φτάνει σε μια υψηλότερη διάσταση που απαιτεί ποιότητες που αυτή εν τέλει κατέχει, καθώς ολοκληρώνει τις δοκιμασίες που «κανένας θνητός δεν μπορεί να καταφέρει».
Η λέξη ψυχή, που εδώ έχει επίσης την έννοια μυαλό, εαυτός και νους, συσχετίστηκε έντονα με την πεταλούδα και τις μεταμορφώσεις της. Η Ψυχή αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη ψυχή που είναι όμορφη επειδή είναι η εικόνα και το παιδί του νου, της θεϊκής νοημοσύνης, είναι όμως μοναχική επειδή έχει χωριστεί από το γονιό της από άγνοια. Εκείνη, όπως και όλα τα παιδιά του Θεϊκού, είναι «καταραμένη» ή καταδικασμένη να εισέρθει στον Κύκλο της Αναγκαιότητας – να παντρευτεί ένα τέρας (υλική ζωή) και με τον τρόπο αυτό να υποφέρει και να χάσει την αθωότητά της. Όμως μέσα από τη διδασκαλία της αγάπης (Έρως) οι ανώτερες ιδιότητές της αφυπνίζονται, και με φιλοδοξία και προσπάθεια ξεπερνά τις κατώτερες έλξεις και αναβαίνει, κερδίζοντας την ανώτατη ομορφιά της πνευματικότητας.
Η Ψυχή, κατά το μύθο, ήταν μια πριγκίπισσα. Οι βασιλικοί γονείς αντιπροσωπεύουν τα υψηλότερα υλικά ή / και πνευματικά επιτεύγματα. Οι βασιλιάδες και μερικές φορές οι βασίλισσες και οι νεραιδονονές έρχονται, σε ορισμένες περιπτώσεις, ως ιεροφάντες ή πνευματικοί δάσκαλοι, ενώ μια πριγκίπισσα ή πρίγκιπας είναι ο νεοφώτιστος που επιδιώκει να επιτύχει συνειδητά τις βασιλικές ποιότητες του πνεύματος. Ο Έρωτας, γιος της Αφροδίτης, η θεϊκή αγάπη, είναι η πολυπρόσωπη, ενεργοφόρα δύναμη της αγάπης που εκδηλώνεται κοσμικά τόσο ως το Θεϊκό στοιχείο που λαχταρά να εκφραστεί και να αποκτήσει αυτεπίγνωση αλλά και σε ανθρώπινο επίπεδο, ως η επιθυμία που, όντας διπλή, μπορεί να κατευθύνεται είτε προς την εγκόσμια εκπλήρωση ή προς την ενοποίηση με το θεό.
Ο Έρως, πάντα παρών και στοργικός αν και αόρατος, προσφέρεται να παντρευτεί, να ενωθεί με την Ψυχή, αν θα του δώσει την εμπιστοσύνη και την αγάπη της. Ξυπνά μέσα της μια δίψα για την αλήθεια, τη διδάσκει ότι ο θάνατος δεν είναι κάτι που πρέπει να φοβάται γιατί το πνεύμα είναι αθάνατο και στην πραγματικότητα μεγαλώνει όταν απελευθερώνεται από το σώμα, και δοκιμάζει την αποφασιστικότητα της καλώντας τις δύο αδελφές (οι οποίες είναι μεγαλύτερες σε ηλικία, συνεπώς πρόκειται για προγενέστερα και λιγότερο εξελιγμένα επίπεδα συνείδησης). Οι δύο αδελφές είναι το εγώ της. Και τα υλικά κατασκευής αυτού του εγώ είναι ο φόβος και η άγνοια. Μέσα από την άγνοια και τον φόβο γεννιούνται όλα τα αρνητικά συναισθήματα, όπως ο φθόνος τον οποίο εκδηλώνουν έντονα οι δύο αδελφές. Κι ενώ η εσωτερική σύγκρουση έχει φθάσει στην κορύφωση της, η Ψυχή ανάβει τη λάμπα, διαλύοντας το σκοτάδι και την άγνοια, μαζί με όλο τον κόσμο των ψευδαισθήσεών της. Για μια εκτυφλωτική, αγωνιώδη στιγμή αισθάνεται εντελώς μόνη της (όπως και οι νεοφώτιστοι κατά τη διάρκεια της μύησης, που αφού δουν το θεϊκό στοιχείο, αισθάνονται την ακατανίκητη εγγύτητα του). Το φοβερό σκοτάδι εξαφανίζεται και το φως κατακλύζει την ύπαρξή της. Αρχίζει τη μακρά αναζήτηση, κατά την οποία οι δυσκολίες, η απογοήτευση και η αποτυχία είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ανάπτυξης της ψυχής. Τελικά φτάνει σε μια υψηλότερη διάσταση που απαιτεί ποιότητες που αυτή εν τέλει κατέχει, καθώς ολοκληρώνει τις δοκιμασίες που «κανένας θνητός δεν μπορεί να καταφέρει».
Η τελική δοκιμασία, η κατάβαση στον Άδη, περιγράφει στη συγκεκαλυμμένη γλώσσα των Μυστηρίων την ανώτατη μύηση, η οποία συμβαίνει σπάνια. Σύμφωνα με τον G. de Purucker, όταν η Γη και η Σελήνη είναι σε ευθυγράμμιση με την Αφροδίτη, τον Ερμή και τον Ήλιο, ο προετοιμασμένος υποψήφιος, του οποίου η συναισθηματική και ψυχική φύση είναι υπό πλήρη έλεγχο, είναι σε θέση συνειδητά να αφήσει το σώμα του και ταξιδέψει κατά μήκος μαγνητικών διαδρομών μέσα στις αόρατες σφαίρες των πλανητών και ως την καρδιά του ήλιου. Όταν επανέρχεται στο κοιμισμένο σώμα του, κάθε κομμάτι της φύσης του «φλέγεται από μία άλω δόξας». Η ψυχή ακολούθησε με πλήρη επίγνωση το μονοπάτι που μέχρι τώρα ταξίδευε ασυνείδητα κατά τη διάρκεια του ύπνου και του θανάτου. Έχοντας βιώσει το θαύμα της μετά θάνατον ζωής, μοιράζεται τη γνώση αυτή, στο βαθμό που μπορεί, με αυτούς που κατοικούν ακόμα στο «σκοτάδι».
Η Ψυχή, ως νεοφώτιστη-ψυχή, περνά τη δοκιμασία και «αναγεννάται» από θνητή σε αθάνατη επίγνωση. Η πνευματική της φύση ξεδιπλώνεται σαν τα ακτινοβόλα φτερά της. Είναι παντρεμένη με τη θεία ουσία που έχει μέσα της, που, σε αυτή την αλληγορία, είναι ο Έρωτας. Και δεν είναι μόνο οι ουράνιες σφαίρες που παρέχουν τα μονοπάτια της ανόδου και καθόδου, αλλά και οι κατευθύνσεις, Ανατολή και Δύση, ζενίθ (βουνοκορφή) και ναδίρ (κοιλάδα) αποτελούν το μυστικιστικό σταυρό. Τα άκρα του απλώνονται στις τέσσερις κατευθύνσεις του χώρου και τέμνονται σ’ αυτό που έχει περιγραφεί ως «ιερό κέντρο», ο «τόπος της ένωσης» της καρδιάς και του μυαλού, από όπου είναι δυνατόν να περάσει κανείς σε άλλα επίπεδα συνείδησης. Ο Αριστοτέλης μίλησε για το θεϊκό κέντρο όπου το «κινοῦν ἀκίνητον» κατοικεί, το άχρονο Παρόν.
Οι δοκιμασίες που επιβάλλονται από την Αφροδίτη περιγράφουν την ανάπτυξη του ηθικού, διανοητικού και πνευματικού χαρακτήρα. Ξεκινώντας από το σωματικό επίπεδο, που συμβολίζεται από τους καρπούς της γης, η διαλογή των κόκκων με τη βοήθεια των μυρμηγκιών δείχνει υπομονή, επιμέλεια και ορθή διάκριση. Η ιδέα της ενοποίησης – η διανοητική μύηση – συμβολίζεται από τη συλλογή του χρυσού μαλλιού των προβάτων – τις «χρυσές ίνες» της αλήθειας. Κατόπιν, ακολουθεί η συναισθηματική μύηση στα ύδατα του Κωκυτού. Έτσι έχει περάσει από τρεις μυήσεις ή τρία επίπεδα εκπαίδευσης, το υλικοσωματικό, το διανοητικό και το συναισθηματικό. Εκκρεμεί τώρα το τέταρτο επίπεδο, το πνευματικό.
Η Ψυχή, ως νεοφώτιστη-ψυχή, περνά τη δοκιμασία και «αναγεννάται» από θνητή σε αθάνατη επίγνωση. Η πνευματική της φύση ξεδιπλώνεται σαν τα ακτινοβόλα φτερά της. Είναι παντρεμένη με τη θεία ουσία που έχει μέσα της, που, σε αυτή την αλληγορία, είναι ο Έρωτας. Και δεν είναι μόνο οι ουράνιες σφαίρες που παρέχουν τα μονοπάτια της ανόδου και καθόδου, αλλά και οι κατευθύνσεις, Ανατολή και Δύση, ζενίθ (βουνοκορφή) και ναδίρ (κοιλάδα) αποτελούν το μυστικιστικό σταυρό. Τα άκρα του απλώνονται στις τέσσερις κατευθύνσεις του χώρου και τέμνονται σ’ αυτό που έχει περιγραφεί ως «ιερό κέντρο», ο «τόπος της ένωσης» της καρδιάς και του μυαλού, από όπου είναι δυνατόν να περάσει κανείς σε άλλα επίπεδα συνείδησης. Ο Αριστοτέλης μίλησε για το θεϊκό κέντρο όπου το «κινοῦν ἀκίνητον» κατοικεί, το άχρονο Παρόν.
Οι δοκιμασίες που επιβάλλονται από την Αφροδίτη περιγράφουν την ανάπτυξη του ηθικού, διανοητικού και πνευματικού χαρακτήρα. Ξεκινώντας από το σωματικό επίπεδο, που συμβολίζεται από τους καρπούς της γης, η διαλογή των κόκκων με τη βοήθεια των μυρμηγκιών δείχνει υπομονή, επιμέλεια και ορθή διάκριση. Η ιδέα της ενοποίησης – η διανοητική μύηση – συμβολίζεται από τη συλλογή του χρυσού μαλλιού των προβάτων – τις «χρυσές ίνες» της αλήθειας. Κατόπιν, ακολουθεί η συναισθηματική μύηση στα ύδατα του Κωκυτού. Έτσι έχει περάσει από τρεις μυήσεις ή τρία επίπεδα εκπαίδευσης, το υλικοσωματικό, το διανοητικό και το συναισθηματικό. Εκκρεμεί τώρα το τέταρτο επίπεδο, το πνευματικό.
Ο κάτω κόσμος είναι ο κόσμος του υποσυνείδητου. Εκεί εισχωρεί τώρα η ψυχή, στον Άδη, για να κάνει το μεγάλο ξεκαθάρισμα στα βαθύτερα επίπεδα του εαυτού της. Πρόκειται για μια αυτοκάθαρση. Το καθαρό όμως είναι και ωραίο γι’ αυτό και η Ψυχή παίρνει και η ίδια το ελιξίριο της ομορφιάς που άνηκε στις θεές. Αυτό έχει συνέπειες όμως, γιατί ο Ύπνος βγαίνει σαν πυκνός καπνός και τυλίγει την Ψυχή. Αυτός ο ύπνος είναι ένας είδος αυτολησμονιάς. Και πράγματι, πρέπει να ξεχάσει το παρελθόν, τον πόνο, τα παράπονα της, τους φόβους της, όλα αυτά που αποτελούσαν την ταυτότητα του Εγώ. Πρέπει «να κοιμηθεί», δηλαδή να περάσει από το συγκεκριμένο στο αφηρημένο σαν μια σταγόνα που επιστρέφει στα αιώνια ύδατα, χάνοντας τον εαυτό της για να τον ξανακερδίσει στην απεραντοσύνη του Θεϊκού Ωκεανού. Το τέλος του μύθου δείχνει ότι όταν η Ψυχή είναι πια έτοιμη, όταν έχει φτάσει στο ανώτατο στάδιο αυτοτελειοποίησής της, μπορεί πια να ενωθεί με το Μέγα Έρωτα. Και αυτή τη φορά η ένωση τους θα είναι πλήρης, ολοκληρωτική και επί ίσοις όροις. Δεν θα συναντιούνται πια μόνο στο σκοτάδι, γιατί η Ψυχή έχει κατακτήσει το προνόμιο να τον βλέπει στο φως της αφυπνισμένης της συνειδητότητας. Έτσι όλα τα θνητά της κομμάτια έχουν μετουσιωθεί. Έχει κατακτήσει πλέον την αθανασία.
Ιδέες όπως αυτές έχουν κάνει την ιστορία διαχρονική. Έχουν δώσει σε γενιές και γενιές τη διαβεβαίωση ότι, παρά τη μοναξιά και τις κακουχίες, αυτός που έχει καθαρή καρδιά και είναι ακλόνητος στο σκοπό του θα έχει καθοδήγηση στο ταξίδι των ζωών του. Αυτός που καθιστά τον εαυτό του άξιο, θα καταφέρει να γνωρίσει τη θεότητα που περιμένει ακριβώς πίσω από το πέπλο της όρασης.
Το Έρως και Ψυχή είναι πράγματι μια ιστορία για την αγάπη και την υπερβατική της δύναμη να εξελίξει την ψυχή σε θεία συνείδηση. Ως εκ τούτου, είναι ένας μύθος που πρέπει να θυμόμαστε κατά τη διάρκεια εκείνων των σκοτεινών και σιωπηλών στιγμών που καθαγιάζουν, στην πραγματικότητα, τη ζωή μας.
Το Έρως και Ψυχή είναι πράγματι μια ιστορία για την αγάπη και την υπερβατική της δύναμη να εξελίξει την ψυχή σε θεία συνείδηση. Ως εκ τούτου, είναι ένας μύθος που πρέπει να θυμόμαστε κατά τη διάρκεια εκείνων των σκοτεινών και σιωπηλών στιγμών που καθαγιάζουν, στην πραγματικότητα, τη ζωή μας.